Οι 30 απόπειρες αυτοκτονίας στην France Telecom. Το εργασιακό μπούλινγκ, που οδήγησε σε μαζική κατάθλιψη χιλιάδες εργαζομένους. Η διοίκηση εντόπιζε τους αδύναμους με ψυχολόγους.
Το 2009 η τέταρτη μεγαλύτερη εταιρεία τηλεπικοινωνιών στην Ευρώπη βρέθηκε μπλεγμένη σε ένα πρωτοφανές σκάνδαλο μαζικών αυτοκτονιών. Μέσα σε μία διετία, περισσότεροι από τριάντα εργαζόμενοι της “France Telecom” αποπειράθηκαν να δώσουν τέλος στη ζωή τους.
Έως τη δεκαετία του ’90, η γαλλική πολυεθνική, η οποία πλέον φέρει την ονομασία “Orange”, ανήκε στο δημόσιο. Η ιδιωτικοποίηση ήρθε όταν η Ευρωπαϊκή Ένωση κοινοποίησε μία νέα οδηγία σύμφωνα με την οποία καθίστατο υποχρεωτική για τις δημόσιες υπηρεσίες η ύπαρξη ανταγωνισμού. Τότε, η εταιρεία έφυγε από την αρμοδιότητα του Υπουργείου Τηλεπικοινωνιών και ταυτόχρονα μπήκε στο Χρηματιστήριο.
Η «Orange» -πρώην «France Telecom»- είναι η δωδέκατη μεγαλύτερη εταιρεία τηλεπικοινωνιών στον κόσμο.
Η μετάβαση αναγκαστικά επέφερε ραγδαίες αλλαγές στην πολιτική της εταιρείας. Η φιλοσοφία που έως τότε ακολουθούσαν οι υπάλληλοι ήταν αυτή του δημόσιου λειτουργού. Όλοι οι πελάτες, ανεξαρτήτως πλούτου και συμβολαίου, αντιμετωπίζονταν με την ίδια σχολαστικότητα.
Ωστόσο, η ιδιωτικοποίηση απαιτούσε πλέον κατά κύριο λόγο την ικανοποίηση των μετόχων. Βασικός στόχος ήταν η αύξηση των κερδών και η προσέλκυση νέων μεγάλων πελατών. Έτσι, παραδείγματος χάριν, οι εργαζόμενοι όφειλαν να δίνουν σαφή προτεραιότητα στην αποτελεσματική εξυπηρέτηση μιας μεγάλης εμπορικής επιχείρησης, παρά σε μία ηλικιωμένη πελάτισσα της γαλλικής επαρχίας.
Παράλληλα, έπρεπε να γίνουν περικοπές. Η αύξηση των κερδών προϋπέθετε μείωση των εξόδων. Ο αριθμός των απασχολούμενων υπαλλήλων θεωρήθηκε υπερβολικός, δεδομένης και της αυτοματοποίησης που έφερε η τεχνολογική εξέλιξη. Ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του ’90, λέγεται ότι είχε αποφασιστεί από τη διοίκηση η ανάγκη απομάκρυνσης 22.000 εργαζομένων και η επανατοποθέτηση άλλων 14.000 σε νέα πόστα.
Το πλάνο αυτό, για να εφαρμοσθεί με νόμιμο τρόπο, υπολογίζεται ότι απαιτούσε τουλάχιστον 15 με 20 χρόνια. Οι συμβάσεις και τα συμβόλαια των εργαζομένων δεν επέτρεπαν στην εταιρεία να τους απολύσει μαζικά χωρίς να υποστεί σημαντικές ποινικές και χρηματικές συνέπειες.
Τα διοικητικά στελέχη γνώριζαν ότι ένα τέτοιο χρονικό πλαίσιο ήταν εντελώς ασύμφορο. Έτσι, ύστερα από σωρεία συσκέψεων και ιδιωτικών συζητήσεων, συμφώνησαν να θέσουν σε εφαρμογή ένα δραστικό και κυνικό σχέδιο. Αυτοί που θα το έφερναν εις πέρας ήταν 4.000 ανώτερα και διευθυντικά στελέχη που θα καθοδηγούνταν και θα εκπαιδεύονταν κατάλληλα.
Ο σκοπός ήταν σαφής. Οι χιλιάδες εργαζόμενοι που η εταιρεία ήθελε να «ξεφορτωθεί» έπρεπε να παραιτηθούν.
Οι προϊστάμενοι ξεκίνησαν να πιέζουν και να υποβαθμίζουν τους υπαλλήλους τους. Διαρκείς ανακατατάξεις, αυξημένος φόρτος εργασίας, υποβάθμιση των αρμοδιοτήτων τους ήταν μερικές από τις πρακτικές που εφάρμοζαν. Με τον καιρό, κανείς δεν ένιωθε ασφαλής, χρήσιμος ή αποτελεσματικός στο πόστο του.
Τα παλιά κεντρικά γραφεία της «France Telecom» στο Παρίσι.
Σταδιακά και αναμενόμενα, τα γραφεία της “France Telecom” κατακλύστηκαν από αισθήματα φόβου, θυμού και απογοήτευσης. «Με καλούσαν στο γραφείο και μου φώναζαν επί 45 λεπτά χωρίς να καταλαβαίνω τον λόγο. Με έκαναν να νιώθω σαν σκουπίδι. Αυτό γινόταν σε καθημερινή βάση», είπε ένας πρώην εργαζόμενος της “France Telecom”.
Η διοίκηση είχε μάλιστα προσλάβει ειδικούς ψυχολόγους για να κάνουν ιδιωτικές συζητήσεις με τους υπαλλήλους. Βασική τους αρμοδιότητά, όπως αποκαλύφθηκε αργότερα, ήταν ο εντοπισμός των πιο αδύναμων χαρακτήρων. Αυτοί ήταν άλλωστε οι εν δυνάμει ευκολότεροι στόχοι. Τόσο οι ίδιοι οι ψυχολόγοι όσο και οι προϊστάμενοι, που εν τω μεταξύ λάμβαναν ενημέρωση, τους ασκούσαν ακόμη πιο μεθοδευμένα πίεση έως ότου να «λυγίσουν» και να πάρουν την απόφαση να φύγουν.
Χαρακτηριστικό είναι ότι στα απόρρητα έγγραφα με τις οδηγίες που είχαν σταλεί στα διευθυντικά στελέχη υπήρχε ένα γράφημα με την προβλεπόμενη ψυχοσύνθεση των εργαζόμενων-στόχων. Σημείο αφετηρίας ήταν το αίσθημα σταθερότητας. Τα στάδια που ακολουθούσαν ήταν το «μούδιασμα», η άρνηση, ο θυμός, τα παρακάλια, η κατάθλιψη. Το τελευταίο θεωρητικά στάδιο ήταν η αποδοχή της κατάστασης. Με άλλα λόγια, η παραίτηση.
Κύμα αυτοκτονιών.
Εν τέλει, η παράλογη αυτή τακτική δεν είχε τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Αντί για μαζικές παραιτήσεις, προκλήθηκε ένα κύμα κατάθλιψης. Χιλιάδες εργαζόμενοι παραδέχονταν ότι το εργασιακό “bullying”, όπως ονομάστηκε, τους είχε καταβάλει ψυχικά.
Η «France Telecom» έχει πλέον μετονομαστεί σε «Orange».
Το γεγονός ότι ενήλικες επαγγελματίες είχαν φτάσει στο σημείο της κατάρρευσης σε πολλούς έμοιαζε τραβηγμένο. Ωστόσο, επιστήμονες και ψυχολόγοι έσπευσαν να το ερμηνεύσουν.
Μέσω της εργασίας τα άτομα αισθάνονται χρήσιμα και απαραίτητα για την ευημερία ενός ευρύτερου συνόλου. Είναι μέλη ενός περιβάλλοντος το οποίο τους παρέχει μία αυτοπεποίθηση που γίνεται εμφανής σε όλες τις εκφάνσεις της καθημερινότητας. Η εργασία αποτελεί μεγάλο μέρος της ταυτότητάς τους, της σιγουριάς τους στις κοινωνικές αλληλεπιδράσεις και της διαμόρφωσης του κοινωνικού τους «στάτους». Η εικόνα που οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν για τον εαυτό τους έχει άμεση σχέση με τις επαγγελματικές τους επιδόσεις.
Έτσι, η διαρκής εργασιακή αστάθεια, σε συνδυασμό με την καλλιέργεια του αισθήματος της αποτυχίας μπορεί να επιδράσει καταστροφικά στο άτομο. Έτσι κι έγινε.
Δεκάδες εργαζόμενοι της “France Telecom” δεν άντεξαν την πίεση. Η ματαιότητα και η απογοήτευση δεν οδήγησαν μόνο στην παραίτηση, αλλά και σε αυτοκτονίες.
Μέσα στη διετία 2008-2009, πάνω από 30 άτομα αποπειράθηκαν να δώσουν τέλος στη ζωή τους, με περισσότερους από τους μισούς τελικά να τα καταφέρνουν. Σχεδόν όλοι άφησαν πίσω τους σημειώματα στα οποία δικαιολογούσαν την απόφασή τους. Κοινός παρανομαστής των γραμμάτων αυτών ήταν ο θυμός προς τη “France Telecom”.
Το 2011, όταν τα γεγονότα είδαν το φως της δημοσιότητας και το σκάνδαλο άρχισε να ξεσπάει, ο τότε πρόεδρος του ομίλου, Ντιντιέ Λομπάρ έκανε δηλώσεις.
Χαρακτήρισε τις μαζικές αυτοκτονίες ως μία «μόδα που δεν καταλαβαίνει», η οποία έβλαπτε τόσο την επιχείρηση όσο και τον ίδιο.
Εναντίον του Ντιντιέ Λομπάρ στοιχειοθετήθηκαν κατηγορίες για «ηθική παρενόχληση» του προσωπικού της “France Telecom”.
Οι δυναμικές αντιδράσεις, τον ανάγκασαν να ανακαλέσει και να ζητήσει συγγνώμη. Λίγο αργότερα, ο Λομπάρ παραιτήθηκε. Εναντίον του στοιχειοθετήθηκαν κατηγορίες για «ηθική παρενόχληση» του προσωπικού της “France Telecom”.
Δέκα χρόνια μετά το κύμα των αυτοκτονιών, ο πρώην πρόεδρος του γαλλικού κολοσσού των τηλεπικοινωνιών θα οδηγηθεί σε δίκη. Πρόκειται για μία υπόθεση πρωτοφανή στα γαλλικά δικαστικά χρονικά. Το δικαστήριο καλείται να αποφανθεί αν τα ανώτερα στελέχη της πρώην “France Telecom”, νυν “Orange”, είναι οι ηθικοί αυτουργοί οι οποίοι μέσω μίας συστηματικής και μεθοδευμένης εργασιακής παρενόχλησης οδήγησαν δεκάδες ανθρώπους στην αυτοχειρία. Άλλωστε η γαλλική εταιρεία δεν είναι η μόνη που ακολούθησε αυτή τη μέθοδο η οποία είναι διαδεδομένη σε πολλές επιχειρήσεις, ειδικά στον τραπεζικό τομέα. Η “France Telecom” όμως ξεπέρασε τα όρια και πέτυχε τα αντίθετα αποτελέσματα. Η επόμενη λύση που ανακάλυψαν οι εταιρείες ήταν η «εθελουσία έξοδος», με τη νόμιμη αποζημίωση, γενναία μπόνους και την αόριστη υπόσχεση ότι «κάθε κρίση γεννά ευκαιρίες και κάθε τέλος είναι η πρώτη μέρα μιας μεγάλης αρχής»….
ΠΗΓΗ: http://www.mixanitouxronou.gr/